• Η κατάτμηση της
ετήσιας άδειας επιτρέπεται, πλέον, και
σε περισσότερες των δύο περιόδων, από
τις οποίες η μια πρέπει να περιλαμβάνει
τουλάχιστον 10 συνεχείς εργάσιμες ημέρες,
επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας
και 12 εργάσιμες ημέρες, επί εξαημέρου,
ή προκειμένου περί ανηλίκων δώδεκα
εργάσιμες ημέρες, μετά από έγγραφη
αίτηση του εργαζόμενου προς τον εργοδότη.
Σε περίπτωση µη
χορήγησης από τον εργοδότη λόγω
υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσµα,
αμέλεια), της άδειας που δικαιούται ο
εργαζόμενος εντός του ημερολογιακού
έτους, υποχρεούται να του καταβάλλει
τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας µε
προσαύξηση 100%, όχι όμως και του επιδόματος
αδείας.
• Να προστεθεί ότι
επιτρέπεται πλέον σε τρεις περιπτώσεις
η κατάτμηση της άδειας δίχως την έγκριση
της επιθεώρησης εργασίας.
Η πρώτη είναι η
κατάτμηση σε δύο περιόδους επειδή
υπάρχει σοβαρή ή επείγουσα ανάγκη της
επιχείρησης.
Η δεύτερη είναι η
κατάτμηση σε περισσότερες των δύο
περιόδους μετά από έγγραφη αίτηση του
εργαζομένου. Δίνεται μάλιστα στον
εργοδότη να χορηγήσει με απόφασή του,
στο τακτικό προσωπικό, το τμήμα άδειας
των 10 ή 12 ημερών, και όχι των υπολοίπων,
όποτε αυτός κρίνει. Για τις υπόλοιπες
ημέρες αδείας, αν υπάρχει διαφωνία
μεταξύ τους για τον χρόνο χορήγησης,
αυτή θα επιλυθεί από την οικεία Επιθεώρηση
Εργασίας.
Η τρίτη αφορά εργοδότη
που απασχολεί τακτικό και εποχικό
προσωπικό, όταν υπάρχει σώρευση εργασίας
σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του
έτους.
Ένα ζήτημα που συχνά
γίνεται σημείο τριβής είναι η κατάτμηση
της άδειας. Δηλαδή ο εργοδότης να δίνει
υποχρεωτικά άδεια όποτε δεν έχει δουλειά.
Αυτό που θα πρέπει εμείς να επιμένουμε,
είναι ότι τουλάχιστον η μισή άδεια
πρέπει να δίνεται συνεχόμενα.
Δημοσίευση σχολίου