Ορισμένου
χρόνου είναι η σύμβαση, όταν οι
συμβαλλόμενοι έχουν συμφωνήσει ότι η
σύμβαση θα έχει ορισμένη διάρκεια. Η
ορισμένη διάρκεια μπορεί να συνάγεται
και από το είδος ή το σκοπό της εργασίας.
Η σύμβαση παύει αυτοδικαίως με την
πάροδο του ορισμένου χρόνου, χωρίς να
απαιτείται καταγγελία ή προειδοποίηση
ή οποιαδήποτε άλλη ενέργεια από τα μέρη.
• Με
το άρθρο 41 Ν. 3986/2011, επιτρέπεται η χωρίς
περιορισμό ανανέωση συμβάσεων εργασίας
ορισμένου χρόνου, αν κάτι τέτοιο
δικαιολογείται από αντικειμενικούς
λόγους.
Οι
συμβάσεις αυτές μπορούν να ανανεώνονται
διαρκώς, υπό την προϋπόθεση να μη
μεσολαβεί μεταξύ της μιας σύμβασης με
την επόμενη, χρονικό διάστημα μεγαλύτερο
των 45 ημερών.
Εφόσον
αποδειχτεί πως δεν υφίστανται
αντικειμενικοί λόγοι που να δικαιολογούν
την σύμβαση ορισμένου χρόνου, τότε εάν
η χρονική διάρκεια των διαδοχικών
συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας υπερβαίνει
συνολικά τα 3 χρόνια απασχόλησης,
συμπεραίνεται ότι με αυτές επιδιώκεται
η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της
επιχείρησης με συνέπεια τη μετατροπή
των συμβάσεων αυτών σε αορίστου χρόνου.
Αν στο χρονικό διάστημα των 3 ετών ο
αριθμός των ανανεώσεων διαδοχικών
συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας υπερβαίνει
τις 3, επίσης τεκμαίρεται (το βάρος
απόδειξης δηλαδή του αντιθέτου μεταφέρεται
στον εργοδότη) ότι με αυτές επιδιώκεται
η κάλυψη πάγιων και διαρκών αναγκών της
επιχείρησης επομένως και σε αυτήν την
περίπτωση μπορεί ο εργαζόμενος να
ζητήσει τη μετατροπή της σύμβασης
εργασίας του σε αορίστου χρόνου.
• Αντικειμενικοί
λόγοι προκύπτουν από τη μορφή και το
είδος της δραστηριότητας της επιχείρησης.
Ενδεικτικοί αντικειμενικοί λόγοι, όπως
αναφέρει ο νόμος είναι:
α)
Η προσωρινή αναπλήρωση εργαζομένου,
β)
Η εκτέλεση εργασιών περιοδικού χαρακτήρα
γ)
Η προσωρινή σώρευση εργασίας
δ)
Η εκπαίδευση ή κατάρτιση, του συμβασιούχου
με σκοπό τη διευκόλυνση μετάβασής του
σε συναφή απασχόληση.
ε)
Η πραγματοποίηση συγκεκριμένου έργου
ή προγράμματος
• «Διαδοχικές»
θεωρούνται οι συμβάσεις ή σχέσεις
εργασίας ορισμένου χρόνου, που
καταρτίζονται μεταξύ του ίδιου εργοδότη
και του ίδιου εργαζόμενου, με τους ίδιους
ή παρεμφερείς όρους εργασίας και δεν
μεσολαβεί μεταξύ τους χρονικό διάστημα
μεγαλύτερο των 45 ημερών, στις οποίες
συμπεριλαμβάνονται και οι μη εργάσιμες
ημέρες. Προκειμένου περί ομίλου
επιχειρήσεων, στην έννοια του όρου
«ίδιου εργοδότη» περιλαμβάνονται και
οι επιχειρήσεις του ομίλου.
• Εφόσον
δεν προκύπτει αντικειμενικός λόγος που
να δικαιολογεί την απεριόριστη ανανέωση
της σύμβασης ορισμένου χρόνου και εφόσον
η χρονική διάρκεια των διαδοχικών
συμβάσεων υπερβαίνει συνολικά τα 3
χρόνια, τότε τεκμαίρεται ότι με αυτές
επιδιώκεται η κάλυψη πάγιων και διαρκών
αναγκών της επιχείρησης οπότε και η
επιχείρηση υποχρεούται να μετατρέψει
την σύμβαση σε αορίστου χρόνου.
• Ο
νόμος επίσης ορίζει, ότι θα πρέπει να
υπάρχει γραπτή συμφωνία μεταξύ εργοδότη
και εργαζόμενου στην οποία να αναφέρονται
οι λόγοι που δικαιολογούν την ανανέωση
της σύμβασης.
Αντίγραφο
της σύμβασης αυτής θα πρέπει να επιδίδεται
στον εργαζόμενο. Η έγγραφη συμφωνία
ωστόσο δεν είναι απαραίτητη, όταν η
ανανέωση της σύμβασης έχει εντελώς
ευκαιριακό χαρακτήρα και δεν έχει
διάρκεια μεγαλύτερη των 10 εργάσιμων
ημερών.
Δημοσίευση σχολίου